Περίληψη: | Το μυαλό μου λειτουργεί ομαλά όταν πρόκειται να διασώσει την τρέλα του. Με αφτήν μπορεί κανείς να ερμηνέψει σωστά τον κόσμο. Τον κόσμο του θεού των ανθρώπων, που όταν θέλει να κάνει καλό, καμιά βλαστήμια δεν τον μποδίζει, κι όταν θέλει να κάνει κακό, καμιά ικεσία δεν τόνε σταματά. Οι άνθρωποι φέβγουν για να ξεφύγουν το θάνατο - σα φτώχεια και σα ρουτίνα. Και τι γοερά που σφυρίζουν τα τρένα.
Η καρβουνίλα του τρένου που μπαίνει αχάραγα στο σταθμό με αναμμένα τα φώτα κι η άχνα του καφέ από το παρακείμενο καφενείο πυκνώνουν την αίσθηση της φυγής. Κι αφτοί που χαιρετούν από τα παράθυρα κι αφτοί που μένουν καρφωμένοι στην αποβάθρα συνθέτουν το δράμα της. Το σπίτι που μένουμε κι ο δρόμος που πάμε σπίτι μας είναι κάτι από μας. Φέβγουμε κι αφίνουμε πίσω τον εαφτό μας.
Οι άνθρωποι φέβγουν πάνω στη γη συλλογισμένοι και πανικόβλητοι - κυνηγούνε τη μοίρα τους την ώρα που η ίδια τους κυνηγά. Σκίζουν τη θάλασσα, τη στεριά, τον αέρα, κατουράνε τα σύνορα που χάραξαν οι βοσκοί τους και τραβούν. [...] (Από την έκδοση)
|