Περίληψη: | Ο Αργύρης Λιόδης ούτε στη μέση του πουθενά, δίχως ξένα αφτιά παρόντα, μπορούσε να φωνάξει τα ονόματα των έξι, να τους σιμώσει μαζεμένους, να τους κοιτάξει επιτέλους κατάματα, για να λάβει τη δύναμη και να τολμήσει έστω δυο λόγια για τα ξερά γεγονότα.
Δυο λόγια για τα ξερά γεγονότα δεν επιχείρησε ούτε σε αργοπορημένες επιστολές, γιατί στο παρελθόν όποτε λιποψυχούσε και ήθελε να τους τα γράψει, τελικά λιποψυχούσε και στην ιδέα του γραμμένου χαρτιού.
Θα του έλειπαν και τα βλέμματά τους μόλις μάθαιναν, κι αυτός είχε την ελπίδα και την ανάγκη να κουρνιάσει στα μάτια τους. Αλλά επί είκοσι εννιά χρόνια έξι άλλα ζευγάρια μάτια τον εμπόδιζαν, όλα σκοτεινές κόπιες του συμβολαίου με τις εφτά, μαζί με τη δική του, υπογραφές, να μην πατηθεί ο όρκος σιωπής εκείνης της νύχτας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
|