Περίληψη: | Μόλις χάραζε η αυγή, κλείναμε όλα τα γεμάτα παραθυρόφυλλα του παλαιϊκού σπιτιού μας κι ανάβαμε δύο κεριά βαριά αρωματισμένα, που έριχναν ένα αχνό κι αδύναμο φως.
Με τη βοήθεια αυτών των κεριών παραδινόμασταν σε ρεμβασμούς, διαβάζοντας, γράφοντας ή κουβεντιάζοντας, ώσπου το ρολόγι του τοίχου μας ειδοποιούσε για τον ερχομό του πραγματικού σκοταδιού. Τότε βγαίναμε στους δρόμους κρατημένοι μπράτσο, συνεχίζοντας τη συζήτηση πάνω στα θέματα που είχαμε καταπιαστεί ή τριγυρνώντας εδώ κι εκεί ως αργά τη νύχτα, αναζητώντας μέσα στα φώτα και τους ίσκιους της πολυάνθρωπης πολιτείας εκείνη την απέραντη πνευματική διέγερση που φέρνει η ήρεμη επισκόπηση. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
|