Περίληψη: | Είναι στιγμές που με κάνουν να κοιτάζω πίσω και να νοσταλγώ. Ένα ποτάμι που φιδοσέρνεται στον κάμπο με το λιγοστό του νερό. Εκεί ροβολούν τα άλογα να ξεδιψάσουν. Πλατάνια με τζιτζίκια, χαλικαριές γεμάτες αγριορίγανη, ξερό κοκκινόχωμα ανάμεσα σε κοφτερές πέτρες, και κυρίως άνθρωποι που περιπλανιούνται στα διψασμένα βουνά, εκεί ψηλά που φυτρώνει ο αμάραντος. Πονεμένοι έρωτες, ερημωμένες εκκλησιές, παλιά νεκροταφεία, ζεστές νύχτες γεμάτες λαμπερά αστέρια και παραμύθια με ξωτικές, αμαρτίες και χτυποκάρδια. Είναι ο πετροκότσυφας που κελαηδεί το δειλινό κρυμμένος στα πουρνάρια, ένα κλαρίνο που αιμορραγεί σταλιά σταλιά το μοιρολόι του. (. . .) (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
|