Περίληψη: | O Βιγιόν 1431 ή 1432-1463, Γάλλος ποιητής, ξαναζωντανεύει την προσωπική και ρεαλιστική παράδοση των jongleurs του XVIIs. Συνοψίζει για όλους εμάς την ψυχή του Μεσαίωνα, διακηρύσσοντας ταυτοχρόνως την καινούργια εποχή που ξημερώνει στην Γαλλία. Πραγματεύεται τα μεγαλύτερα λυρικά θέματα, όπως είναι η τρυφερότητα, ο πατριωτισμός, οι τύψεις, η αδελφοσύνη, ο φόβος κ ο αποτροπιασμός για τον θάνατο. O προσωπικός του λυρισμός καθώς επίσης κ η ειλικρίνεια των πεποιθήσεων και των συναισθημάτων του είναι διάχυτοι σε όλο το έργο του. Σε αντίθεση με τους ρομαντικούς, ο Βιγιόν χρησιμοποιεί αυτό τον λυρισμό με εντελώς έναν ιδιαίτερο τρόπο. Εκφράζεται με ένα είδος ειρωνείας κι ένα μακάβριο χιούμορ που τον αντιπροσωπεύει απόλυτα. Στα έργα του, η ιδέα του θανάτου αφενός δεν τον εγκαταλείπει, αφετέρου για εκείνον δεν είναι απλά ένα φιλοσοφικό ή ρητορικό θέμα αλλά είναι ζωτικής σημασίας, αφού του εμπνέει τους πιο δυνατούς και συγκινητικούς στίχους του. Η ποίηση του Βιγιόν είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια επιτηδευμένη τέχνη, είναι η κραυγή της καρδιάς και της ψυχής του. Ξεπερνάει τις μάταιες αναζητήσεις για να σκιαγραφήσει μια άμεση και πολύ συχνά μια ανώτερη απλότητα και καθημερινότητα. Η τέχνη του διακατέχεται από έναν έντονο ρεαλισμό που έχει ως σκοπό να δείξει την σκληρή και συχνά βίαιη πραγματικότητα,καθώς επίσης την άσχημη ανθρώπινη κατάσταση. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι έντονη, λαϊκή και συχνά σκληρή. Το έργο του Βιγιόν περιλαμβάνει το “Le Lais” ή “Le petit Testament”, την συλλογή με τον τίτλο “Les Poesies Diverses” καθως επίσης και τις επτά μπαλλάντες με τον τίτλο “Ballades en jargon”. Το πιο σημαντικό του έργο ειναι η συλλογή “L’Epitaphe”, μέσα στην οποία βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα ποίηματα του Βιγιόν “La Ballade des Pendus”, που σημαίνει η “Μπαλλάντα των Χαμένων”. Σε αυτό το ποίημα ο Βιγιόν εκφράζει τον πόνο και την απελπισία του. Είναι η κραυγή ενός ανθρώπου που είναι καταδικασμένος σε θάνατο και περιμένει με αγωνία την εκτέλεση της ποινής του. Γενικά, αυτό το ποίημα είναι το “κύκνειο άσμα” του Βιγιόν.
|