Περίληψη: | ''Ένα λουλούδι που το αποθαυμάζεις να διαρρηγνύει το τσιμέντο και να υψώνεται μετατρέποντας το τίποτε σε ομορφιά. Ένα κουβεντολόι ως τα χαράματα όπου κανένας δε θέλει να πείσει κανέναν, κανένας δε θέλει να κλέψει κανέναν, κανένας δεν θέλει να επιβληθεί και ν' αρχηγέψει. Η παρέα που ακόμα μαζεύεται, πάνε δέκα, πάνε είκοσι χρόνια, κι ακόμα κρατιέται από τη θάλπη των ημερών εκείνων που τις όριζε ο νόμος της σπατάλης. Ένα ούζο στο Μεσολόγγι, Μεγάλη Παρασκευή. Τα δυο - τρία πράματα (ιδέες; όνειρα; εμμονές;) που από την ψυχή πέρασαν στο αίμα...''
Γι' αυτά οι λέξεις, για τα σολωμικά ''πλούτια'' της ζωής. Και για τ' άλλα όμως, τα γκρίζα και τα στενάχωρα, της ζωής κι αυτά, όσα γεννάει η πολύμορφη εξουσία και οι νομείς της: οι ''Απαραίτητοι και Μεγάλοι'' ποιμένες (ημεδαποί και ξένοι), οι πολιτικοί, τα Μέσα, ο ''μέσος άνθρωπος'', οι καταμετρητές του ''κοινού γούστου'', οι διαφημιστές, οι οικοφθορείς, οι ''ιδεολόγοι'' της μισαλλοδοξίας και της ξενηλασίας, οι μεγαλοϊδεάτες της Ολυμπιάδας, οι δημοκόλακες, οι θεοκάπηλοι, οι πολεμοχαρείς ''αρχάγγελοι'' της Νέας Τάξης.
Εκατόν τριάντα επιφυλλίδες, που δημοσιεύτηκαν στα κυριακάτικα φύλλα της "Καθημερινής", από το 1995 έως και την πρώτη Κυριακή του 2001, εκτός από δύο που πρωτοτυπώθηκαν στις σελίδες του "Δεκαπενθήμερου Πολίτη". Ένα τυπωμένο ευχαριστώ στον άγνωστο αναγνώστη. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
|