Περίληψη: | Στα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα, στις μεγάλες συνθέσεις που συγκροτούσαν την εθνική ιστοριογραφία των επιμέρους ευρωπαϊκών κοινωνιών, επικρατούσε η επική αφήγηση του παρελθόντος. Στη Γαλλία μεσουρανούσε το άστρο του Jules Michelet, ο οποίος στην «Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης» παρουσιάζει σελίδες επικές, εμπνευσμένες από έντονα πατριωτικά αισθήματα, διατυπωμένες σε λαμπρή αφηγηματική ρητορική, που ανέβαζαν στο ιστοριογραφικό προσκήνιο ως πρωταγωνιστή της εθνικής διαδρομής ένα συλλογικό υποκείμενο: τον γαλλικό λαό.
Σ' αυτό το κλίμα, ο Tocqueville παρουσίασε ένα έργο αναλυτικό, χωρίς ηρωικούς πρωταγωνιστές, χωρίς επική αφήγηση, χωρίς έξαρση. Αντίθετα, έθετε ερωτήματα, εξέταζε τη δομή της κοινωνίας, εστίαζε την προσοχή του στο φαινόμενο της ισχύος, αναζητούσε τους τρόπους άσκησης της εξουσίας και στάθμιζε τις επιπτώσεις τους. Το έργο απέπνεε μελαγχολία μάλλον παρά έξαρση και η τελική εντύπωση που αποκόμιζε ο αναγνώστης ήταν μια αίσθηση ότι ολόκληρη η πρόσφατη ιστορία της Γαλλίας είχε οικοδομηθεί σε μια αλληλουχία παρανοήσεων. Η Επανάσταση, την οποία ο Michelet και οι φιλελεύθεροι θεωρούσαν ότι υπήρξε κορυφαίος αγώνας για την ελευθερία, φαινόταν να είχε καταλήξει τελικά στην τυαννία του Ναπολέοντα.
Επιπλέον, το εκσυγχρονιστικό έργο που συμβατικά προσγραφόταν στην Επανάσταση, φαιν΄΄οταν να έχει συντελεστεί στο μέγιστο μέρος του υπό το Παλαιό Καθεστώς, με τον διοικητικό συγκεντρωτισμό και την κατάλυση της αυτοτέλειας της φεουδαρχικής αριστοκρατίας.
Το βαθύτερο ερώτημα που απασχολεί τον Tocqueville στο έργο του είναι η τύχη και οι προοπτικές της ελευθερίας στη γαλλική κοινωνία. Γιατί η Γαλλία δεν μπορούσε να γίνει φιλελεύθερη κοινωνία κατά το πρότυπο της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας; Αυτό το βασανιστικό ερώτημα τοποθετεί τον Tocqueville στην παράδοση της πολιτικής σκέψης του Διαφωτισμού, του οποίου θα μπορούσε να θεωρηθεί ο τελευταίος επίγονος, παρά τον απαισιόδοξο και μελαγχολικό σκεπτικισμό με τον οποίο αντιμετώπιζε την ανθρώπινη φύση. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
|