Πιάνεις χώμα

Πρώτα είδα το αγόρι. Τα πρωινά καθόταν στο πεζούλι, κάτω από τη σκιά της κληματαριάς, και περίμενε. Μόνο και βουβό. Εκείνη έφτανε πάντα αργά το μεσημέρι. Έβαζε δυο πιάτα στο τραπέζι κι έτρωγαν αντικριστά. Μετά, μια μέρα είδα το ποδήλατο. Το λάδωνε, το γυάλιζε, το κρατούσε από το τιμόνι και το κοιτού...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Φραγκεσκάκη, Χριστίνα
Μορφή:
Γλώσσα:gre
Έκδοση: Κέδρος 2016
Θέματα:
id OAI-LARISA:52250
spelling OAI-LARISA:522502022-07-07T05:50:25ZΠιάνεις χώμαΦραγκεσκάκη, ΧριστίναΚέδρος2016greΠρώτα είδα το αγόρι. Τα πρωινά καθόταν στο πεζούλι, κάτω από τη σκιά της κληματαριάς, και περίμενε. Μόνο και βουβό. Εκείνη έφτανε πάντα αργά το μεσημέρι. Έβαζε δυο πιάτα στο τραπέζι κι έτρωγαν αντικριστά. Μετά, μια μέρα είδα το ποδήλατο. Το λάδωνε, το γυάλιζε, το κρατούσε από το τιμόνι και το κοιτούσε. Άστραφταν τα μάτια του. Ανέβαινε στη σέλα κι έκανε πως το οδηγούσε. Αργότερα άρχισε τις βόλτες στο τετράγωνο. Όλη την ώρα. Μπορεί και να ξεμάκραινε λίγο. Κάποια στιγμή δεν κρατήθηκα. Φώναξα δυνατά: "Πώς σε λένε"; "Γκεζίμ Πρέντσε", μου απάντησε βιαστικά. Το επόμενο καλοκαίρι είχε ξεθαρρέψει. Έβγαινε κι έπαιζε μπάλα στην αλάνα. Τότε τον είδα κι εκείνον. Ήρθε ένα πρωί με μια μικρή βαλίτσα. Περνούσε τις ώρες του στην αυλή. Είχε μόνιμα ένα ραδιοφωνάκι στο αυτί. Μέρα νύχτα άκουγε τις ειδήσεις. Μερικά βράδια τους συναντούσα στο λόφο του Μόντε Σμιθ να κοιτούν απέναντι τα βουνά. Ο αποχωρισμός και η απώλεια διατρέχουν την ιστορία. Τα πρόσωπα, μέσα από τις αφηγήσεις τους, μας δείχνουν αυτό που θέλουν πιο πολύ: κάπου να σταθούν.Νεοελληνική λογοτεχνίαΝεοελληνικό μυθιστόρημαURN:ISBN:978960044713252250
institution Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Λάρισας "Κωνσταντίνος Κούμας"
collection Κατάλογος
language gre
topic Νεοελληνική λογοτεχνία
Νεοελληνικό μυθιστόρημα
spellingShingle Νεοελληνική λογοτεχνία
Νεοελληνικό μυθιστόρημα
Φραγκεσκάκη, Χριστίνα
Πιάνεις χώμα
description Πρώτα είδα το αγόρι. Τα πρωινά καθόταν στο πεζούλι, κάτω από τη σκιά της κληματαριάς, και περίμενε. Μόνο και βουβό. Εκείνη έφτανε πάντα αργά το μεσημέρι. Έβαζε δυο πιάτα στο τραπέζι κι έτρωγαν αντικριστά. Μετά, μια μέρα είδα το ποδήλατο. Το λάδωνε, το γυάλιζε, το κρατούσε από το τιμόνι και το κοιτούσε. Άστραφταν τα μάτια του. Ανέβαινε στη σέλα κι έκανε πως το οδηγούσε. Αργότερα άρχισε τις βόλτες στο τετράγωνο. Όλη την ώρα. Μπορεί και να ξεμάκραινε λίγο. Κάποια στιγμή δεν κρατήθηκα. Φώναξα δυνατά: "Πώς σε λένε"; "Γκεζίμ Πρέντσε", μου απάντησε βιαστικά. Το επόμενο καλοκαίρι είχε ξεθαρρέψει. Έβγαινε κι έπαιζε μπάλα στην αλάνα. Τότε τον είδα κι εκείνον. Ήρθε ένα πρωί με μια μικρή βαλίτσα. Περνούσε τις ώρες του στην αυλή. Είχε μόνιμα ένα ραδιοφωνάκι στο αυτί. Μέρα νύχτα άκουγε τις ειδήσεις. Μερικά βράδια τους συναντούσα στο λόφο του Μόντε Σμιθ να κοιτούν απέναντι τα βουνά. Ο αποχωρισμός και η απώλεια διατρέχουν την ιστορία. Τα πρόσωπα, μέσα από τις αφηγήσεις τους, μας δείχνουν αυτό που θέλουν πιο πολύ: κάπου να σταθούν.
format
author Φραγκεσκάκη, Χριστίνα
author_facet Φραγκεσκάκη, Χριστίνα
author_sort Φραγκεσκάκη, Χριστίνα
title Πιάνεις χώμα
title_short Πιάνεις χώμα
title_full Πιάνεις χώμα
title_fullStr Πιάνεις χώμα
title_full_unstemmed Πιάνεις χώμα
title_sort πιάνεις χώμα
publisher Κέδρος
publishDate 2016
work_keys_str_mv AT phrankeskakēchristina pianeischōma
_version_ 1737729120417087488