Περίληψη: | Όταν στις 11 Απριλίου του 1945 οι Αμερικανοί στρατιώτες απελευθέρωσαν το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ, βρέθηκαν μπροστά σε μια εντυπωσιακή ανακάλυψη: Ανάμεσα στους κρατούμενους υπήρχαν και περισσότερα από χίλια εβραιόπουλα, ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών. Τα αγόρια αυτά, που βρίσκονταν υπό την προστασία του αντιστασιακού κινήματος του στρατοπέδου, είχαν βιώσει στο μεγαλύτερο μέρος του Ολοκαυτώματος ακραία πείνα και φριχτά βασανιστήρια, και είχαν γίνει μάρτυρες μιας απίστευτης βαρβαρότητας, ενώ δε γνώριζαν καν αν οι γονείς και οι συγγενείς τους ήταν ζωντανοί ή νεκροί. Ανάμεσά τους ήταν και ο δεκατετράχρονος Πολωνός Ρόμεκ Βάισμαν, ο οποίος είχε επιζήσει δουλεύοντας ως εργάτης-σκλάβος σε ένα γερμανικό εργοστάσιο πυρομαχικών, μα και ο μετέπειτα βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης Έλι Βιζέλ. Τα Αγόρια του Μπούχενβαλντ, όπως τα ονόμασαν οι δημοσιογράφοι, είχαν μέσα τους απίστευτο θυμό για τον κόσμο. Διέπρατταν κλοπές, τσακώνονταν μεταξύ τους και έλυναν όλες τους τις διαφορές με τη βία. Λίγοι πίστευαν ότι θα κατάφερναν κάποτε να αποκτήσουν μια φυσιολογική ζωή. Για τον Ρόμεκ και τετρακόσια είκοσι επτά ακόμη αγόρια, όλα άλλαξαν όταν μεταφέρθηκαν σε ένα ίδρυμα επανένταξης στο Εκουί της Γαλλίας, με σκοπό να προσπαθήσουν να αφήσουν πίσω τους τις φριχτές εμπειρίες από τη χειρότερη πλευρά της ανθρωπότητας και να αγκαλιάσουν ξανά τη ζωή. Αυτή είναι η ιστορία τους. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
|