Περίληψη: | "Ξέρεις, μερικά πράγματα ζυμώνονται και φουσκώνουν στα μυαλά των ανθρώπων σύμφωνα με τις συνθήκες ζωής του καθενός. Τους ανθρώπους της περιοχής μας, από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτό μου, τους θυμάμαι ν' αρμενίζουν δίχως άγκυρα σε φουρτουνιασμένες θάλασσες. Μετά ήρθε ο πόλεμος, εκείνος απέξω, κι ύστερα αυτός από τα μέσα. Κάποια στιγμή, κι ενώ οι γονείς μας πίστεψαν πως δεν υπήρχε διαφυγή από την αγριότητα, κάτι έγινε και τα ευνουχισμένα όνειρά τους βρήκαν μια χαραμάδα και πέρασαν... Κι οι φτωχοί δικαιούνται να κάνουν όνειρα, έτσι δεν είναι; Ποιος θα μπορούσε να τους κατηγορήσει γι' αυτό;" Ο συνδυασμός συγκίνησης, απλότητας και λογικής στον τόνο της φωνής της ήταν συγκλονιστικός, κι εκείνος δεν μπορούσε να ξεκολλήσει τα μάτια του απ' αυτό το πρόσωπο - για χάρη της παραβίασε τους νόμους που ως λίγο πριν υπηρετούσε. "Μάθε να μ' εμπιστεύεσαι", της είπε... Η ιστορία ενός άδολου έρωτα, με φόντο τα τραγικά χρόνια που γνώρισε η πατρίδα μας, σ' ένα βαθύτατα ανθρώπινο μυθιστόρημα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
|