Περίληψη: | Οι κυνηγοί ήταν τέσσερις, γεροδεμένοι, κοκκινοπρόσωποι. Τον Αετό τον είχαν δέσει, πισθάγκωνα, θα έλεγα, σ' ένα χοντρό καδρόνι, καρφωμένο όρθιο σ' ένα πρόχειρο φορείο. Το κρατούσαν δύο, οι άλλοι με τα όπλα υπομάλης, σαν την τιμητική φρουρά του Επιταφίου, πήγαιναν δεξιά κι αριστερά. Προχωρούσαν μ' αργό βήμα, αγέρωχοι και σιωπηλοί, στη μέση του δρόμου κι εμείς ακολουθήσαμε από τα πεζοδρόμια, ώσπου φτάσαμε στην πλατεία. Εκεί ακούμπησαν το φορείο με τον Αετό σ' ένα μεγάλο τραπέζι. Όλοι θελήσαμε να πάμε να τον δούμε από κοντά, μας εμπόδισαν όμως οι χωροφύλακες που σχημάτισαν κύκλο γύρω από τους κυνηγούς και μας κράτησαν κάπου τριάντα μέτρα μακριά. (. . .) Ο Διοικητής (. . .) μας είπε: Κατανοώ την περιέργειάν σας, είμαι όμως υποχρεωμένος να μην επιτρέψω να πλησιάσει κανείς, για λόγους δημοσίας τάξεως και ασφαλείας, διότι το πτηνόν, που είναι γνωστόν και ως βασιλεύς των ορέων, είναι πανίσχυρον, επιθετικόν και αδίστακτον. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)
|