Νίκος Σίμος
Ο Νίκος Σίμος (Πειραιάς, 18 Απριλίου 1922 – Χολαργός, 11 Ιανουαρίου 2000) ήταν Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής και προπονητής ποδοσφαίρου. Συνέδεσε το όνομά του με το σύλλογο του ΠΑΟ του οποίου διετέλεσε και αρχηγός και στον οποίο αγωνίστηκε επί 15 συνεχόμενα έτη, δίχως να αλλάξει ποτέ ομάδα.Ο Σίμος ήταν το μοναδικό αγόρι μίας επταμελούς οικογένειας (είχε 4 αδελφές ), η οποία μετακόμισε από τον Πειραιά στην Αθήνα μετά τη γέννησή του. Ο ίδιος μεγάλωσε στους Αμπελοκήπους. Το 1936 γράφτηκε στα «τσικό» του ΠΑΟ, και σύντομα αγωνίστηκε στη βασική ομάδα (1937) σε φιλικό παιχνίδι με αντίπαλο μία ομάδα Βρετανών ναυτών. Έπαιξε στους «πράσινους» επί μία 15ετία (1937 – 1950) στη θέση του μεσοεπιθετικού και παρά το μικρό του ύψος (τον φώναζαν χαϊδευτικά «σπόρο», ενώ οι εφημερίδες τον έγραφαν «Σιμάκι») διακρίθηκε ιδιαίτερα (έπαιξε σε 88 αγώνες και σημείωσε 43 τέρματα), χάρις στην ευλυγισία, την ταχύτητα και τη μεγάλη του αλτικότητα. Κατέκτησε δύο Κύπελλα Ελλάδας (1940, 1948) και ένα τίτλο Πρωταθλήματος (1949).
Μετά τη λήξη της αθλητικής του σταδιοδρομίας ακολούθησε την προπονητική. Δούλεψε σε ομάδες όπως ο Α.Ο. Κηφισιάς και ο Γ.Σ. Μαρκό, ενώ κάθισε και στον πάγκο του ΠΑΟ, την αγωνιστική περίοδο 1959-60, μαζί με τους Μηγιάκη και Σούτσο. Ακόμη, προπόνησε για κάποιο διάστημα την ομάδα του Ναυτικού, ενώ ήταν και ανιχνευτής ταλέντων για λογαριασμό του ΠΑΟ. Αγαπήθηκε από όλους για την πραότητα του χαρακτήρα του. Δεν νυμφεύτηκε ποτέ, ενώ εργάστηκε επί σειρά ετών στην εταιρεία «Σκούρας φιλμς». Απεβίωσε σε ηλικία σχεδόν 78 ετών και στην κηδεία του, που τελέστηκε από τον Ι.Ν. Υψώσεως Τιμίου Σταυρού Παπάγου-Χολαργού, παραβρέθηκαν πάρα πολλοί βετεράνοι παίκτες και παράγοντες του Παναθηναϊκού, αλλά και του Ολυμπιακού. Παρέχεται από τη Wikipedia
-
1